μπαντούρα

μπαντούρα
και πανδούρα και παντούρα, η (Μ μπαντούρα και παντούρα)
έγχορδο μουσικό όργανο τών Κοζάκων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. ρωσ. bandoura < πανδούρα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Mantoura — Mantoura, Rohrpfeife aus Kreta Die Mantoura (griechisch mandoura μαντούρα, auch bandoura μπαντούρα oder thiamboli θιαμπόλι) ist ein traditionelles kretisches Blasinstrument, und zwar eine einfache Rohrpfeife aus Pfahlrohr. Sie gehört zu den… …   Deutsch Wikipedia

  • πανδούρα — Αρχαίο έγχορδο μουσικό όργανο με 3 χορδές. Σύμφωνα με μαρτυρίες του Πολυδεύκη το χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες και οι Ασσύριοι. Με την ίδια ονομασία χαρακτηρίζονταν και ορισμένα άλλα όργανα συγγενικά με την κιθάρα. Η π. λέγεται και πανδουράς (ο) και …   Dictionary of Greek

  • τρίχορδος — η, ο 1. που έχει τρεις χορδές. 2. το ουδ. ως ουσ., τρίχορδο, το μουσικό όργανο με τρεις χορδές, η μπαντούρα, ο ταμπουράς …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”